τὰ πάντα ῥεῖ.
ΑΝΟΣΟΛΟΓΙΑ
Ανοσολογία:
Είναι ο κλάδος της επιστήμης
που εξετάζει
τη λειτουργία του ανοσολογικού συστήματος.
ΑΝΟΣΟΛΟΓΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
Μικροοργανισμοί του περιβάλλοντος
- Φυσιολογική μικροβιακή χλωρίδα
(παθογόνος μόνο κάτω πχ. από συνθήκες stress)
- Παθογόνοι μικροοργανισμοί
• ιοί
• βακτήρια
• μύκητες
• ευκαρυωτικά παράσιτα (ελονοσία)
• σκώληκες
Στάδια μικροβιακής λοίμωξης
Ø δημιουργία αποικίας σε εξωτερική επιφάνεια
Ø διείσδυση στον οργανισμό
Ø τοπική μόλυνση
Ø συστηματική (γενικευμένη) μόλυνση
H σημασία του ανοσοποιητικού συστήματος
Ρόλος του ανοσοποιητικού συστήματος Επιπτώσεις
Άμυνα κατά των λοιμώξεων Ανεπαρκής ανοσία = αυξημένη ευπάθεια σε λοιμώξεις (πχ AIDS)
Εμβολιασμός: ενισχύει ανοσιακή άμυνα και προστατεύει από λοιμώξεις
Αναγνωρίζει και απαντά σε ιστικά Φραγμοί στην μεταμόσχευση και
μοσχεύματα και ξένες πρωτεΐνες και τη γονιδιακή θεραπεία
Άμυνα κατά των όγκων Δυνατότητα ανοσοθεραπείας του καρκίνου
Η ανοσολογική απάντηση στις λοιμώξεις
φυσική ή εγγενής ή έμφυτη ή μη ειδική (innate, natural, native) ανοσία: υπάρχει πάντα σε υγιή άτομα και είναι έτοιμη να σταματήσει την είσοδο των μικροοργανισμών και να απομακρύνει γρήγορα τους μικροοργανισμούς που επιτυγχάνουν να εισέλθουν στους ιστούς του ξενιστή
επίκτητη ή προσαρμοστική ή ειδική (acquired, specific,
adaptive) ανοσία: διεγείρεται
από τους μικροοργανισμούς που εισβάλλουν στους ιστούς, δηλ. προσαρμόζεται στην
παρουσία μικροβιακών εισβολέων
Βασικοί μηχανισμοί ανοσίας

Φυσική (innate) ανοσία
Ø σε όλους τους ζωντανούς οργανισμούς • εγγενής (φυσική) ή επαγόμενη
Ø γρήγορη (απάντηση οξείας φάσης)
Ø κυτταρική • φαγοκύτταρα, ΝΚ κύτταρα, μακροφάγα, πολυμορφοπύρηνα
Ø χυμική • C-αντιδρώσα πρωτεΐνη, λεκτίνες, σύστημα συμπληρώματος, αντι-μικροβιακά πεπτίδια
Ø μη ειδική: αναγνώριση μέσω μοτίβων (pattern recognition) • προϋπάρχοντα μοτίβα ή δομές κοινές για πολλά μικροβιακά παθογόνα, που δεν υπάρχουν στο ξενιστή
Επίκτητη (adaptive) ανοσία
Ø μόνο στα σπονδυλόζωα
Ø κυτταρική • Τ λεμφοκύτταρα (κυτταρομεσολαβητική)
Ø χυμική • Β λεμφοκύτταρα και αντισώματα
Ø επάγεται μετά από αντιγονικό ερέθισμα (challenge)
Ø ειδική αναγνώριση του παθογόνου/αντιγόνου (η
ειδικότητα βασίζεται σε γενετικούς χαρακτήρες)
Ø ανοσολογική
μνήμη
Η γενική δομή της ανοσολογικής απάντησης
Επίκτητη ανοσία
(ειδική)Φυσική ανοσία(μη ειδική)
Μηχανισμοί άμυνας
(φυσικής και ειδικής ανοσίας)
Εξωτερικοί μηχανισμοί μη ειδικής άμυνας
Ø δέρμαØ βλεννογόνοι
Εσωτερικοί μηχανισμοί μη ειδικής άμυνας
Ø φαγοκυττάρωση
Ø φλεγμονή
Ø πυρετός
Ø ουσίες με αντιμικροβιακή δράση
Εσωτερικοί μηχανισμοί ειδικής άμυνας
Ø χυμική
Ø κυτταρική

Αμυντικό σύστημα του οργανισμού υπεύθυνο για την προστασία μας από εξωγενείς βλαπτικούς παράγοντες (μικρόβια, τοξίνες, χημικοί παράγοντες).
Η δυνατότητα του οργανισμού να αναγνωρίζει οτιδήποτε είναι ξένο προς αυτόν και να αντιδρά παράγοντας ειδικά μόρια και εξειδικευμένα κύτταρα για την εξουδετέρωση του ονομάζεται
- ΑΝΟΣΙΑ
Το αίτιο που την προκαλεί ονομάζεται
- ΑΝΤΙΓΟΝΟ
Η ανοσολογική αντίδραση επιτυγχάνεται με την συντονισμένη δράση του
ΑΝΟΣΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ
Βασικοί συντελεστές του συστήματος είναι εξειδικευμένα κύτταρα που ανήκουν στα λευκά αιμοσφαίρια
Ο πληθυσμός τους είναι περίπου 3* 109 ΄κύτταρα και ανήκουν στα είδη των μακροφάγων και λεμφοκυττάρων
ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΑΝΟΣΙΑΣ

Ανάλογα με το είδος της ανοσολογικής αντίδρασης
διακρίνουμε την ανοσία
σε μη ειδική και σε ειδική
καθώς
σε φυσική και σε επίκτητη.
μη ειδική ανοσία
Αναγνωρίζει τον εισβολέα κ΄τον αντιμετωπίζει με γενικά μέτρα, χωρίς να γίνεται ειδική αναγνώρισή του.
Προστασία παρέχει το δέρμα,οι βλεννογόνοι,οι εκκρίσεις,(βλέννα,σάλιο,ιδρώτας), η φυσιολογική χλωρίδα,η φαγοκυττάρωσηκαι ουσίες όπως η ιντερφερόνη, υδροχλωρικό οξύ στο στομάχι και το συμπλήρωμα.
Στη φυσική ανοσία κύριο ρόλο παίζει ο μηχανισμός της φαγοκυττάρωσης (που πραγματοποιείται από τα ουδετερόφιλα πολυμορφοπύρηνα και από τα μονοπύρηνα φαγοκύτταρα) και το συμπλήρωμα (το οποίο είναι ένα σύστημα εννέα πρωτεϊνών του ορού του αίματος).
ειδική ανοσία
Ακριβής αναγνώριση του εισβολέα κ΄εξειδικευμένη αντιμετώπισή του (π.χ.δημιουργία αντισώματος για εξουδετέρωση).
Η δράση της ειδικής ανοσίας στηρίζεται στα Τ κ΄Β -λεμφοκύτταρα.
1)Τα Τ-λεμφοκύτταρα αναζητούν στην επιφάνεια του εισβολέα αντι- γόνα,δηλ.ξένες ουσίες για τον οργανισμό (κυρίως πρωτεϊνες ).
2)Όταν εντοπίσουν αντιγόνα,κινούνται προς τον σπλήνα κ΄λεμφαδένες.
3)Εκεί
πληροφορούν με χημικές ουσίες,τα Β-λεμφοκύτταρα για τα αντιγόνα.
4)Τότε τα
Β-λεμφοκύτταρα παράγουν αντισώματα.
Eίναι μία πρωτεϊνη ειδική για ένα συγκεκριμένο αντιγόνο, που μόλις το συναντήσει, συνδέεται μαζί του και το εξουδετερώνει. Ταυτόχρονα ενεργοποιούνται και άλλοι μηχανισμοί.
Η επίκτητη ανοσία αποκτάται κατά τη διάρκεια της ζωής του ατόμου και συνδέεται με τα λεμφοκύτταρα του αίματος.Ανάλογα με το είδος των λεμφοκυττάρων που συμμετέχουν στην ανάπτυξη της ανοσίας εναντίον μιας ξένης ουσίας, η επίκτητη ανοσία διακρίνεται σε χυμική και σε κυτταρική.
Στη χυμική ανοσία >> Β λεμφοκύτταρα >>αντίσώματα (κυκλοφορούν στους χυμούς του οργανισμού και εξουδετερώνουν την ξένη ουσία) ενώ στη κυτταρική ανοσία η ανοσία οφείλεται στα Τ λεμφοκύτταρα.
ΑΝΤΙΓΟΝΑ
ΑΝΤΙΓΟΝΑ

α) Σύνδεση αντισώματος - αντιγόνου,
Είναι κάθε ουσία η οποία είναι σε θέση να διεγείρει το ανοσολογικό σύστημα ώστε να δημιουργεί μια ειδική αντίδραση εναντίον της.
Τα αντιγόνα είναι μεγαλομοριακές ουσίες(πρωτεϊνες,πολυπεπτίδια,πολυσακχαρίτες)και έχουν κάποιες ιδιότητες οι οποίες τους δίνουν τη δυνατότητα να προκαλούν την ειδική ανοσολογική αντίδραδη (αντιγονικότητα ή ανοσογονικότητα).
Ιδιότητες των αντιγόνων
Μια ουσία για να δράσει σαν αντιγόνο πρέπει να έχει τις ακόλουθες ιδιότητες:
1) Να είναι ξένη για τον οργανισμό (διαφορετική σύσταση σε σχέση με τα συστατικά του οργανισμού, έτσι ώστε αυτά να αναγνωρίζονται ως " ξένα".
2) Να έχει μεγάλο μοριακό βάρος, όσο πιο μεγάλο είναι το μοριακό βάρος μιας ουσίας τόσο αυξάνεται η πιθανότητα να είναι πιο πολλές οι δραστικές- καθοριστικές ομάδες, στις οποίες οφείλεται η διέγερση του ανοσολογικού συστήματος.
3) Πολυπλοκότητα στη χημική του σύσταση, ετερογένεια ώστε να δημιουργούνται ιδιόμορφες περιοχές στην επιφάνειά του μορίου για να χρησιμεύουν ως δραστικές ομάδες. Για να δράσει ως αντιγόνο πρέπει να είναι πρωτεϊνη ή πολυσακχαρίτης.
4)Να μεταβολίζεται από τον οργανισμό. Μια ουσία για να δράσει σαν αντιγόνο πρέπει να διασπαστεί (διάσπαση, τροποποίηση ή και αποβολή) πρώτα σε μικρομοριακές ουσίες από τα ένζυμα του οργανισμού για να διεγείρουν το ανοσοποιητικό σύστημα.
Ουσίες που έχουν τις πρώτες τρεις ιδιότητες, αλλά αποβάλλονται αυτούσιες από τον οργανισμό δεν δρουν σαν αντιγόνα.


Καθοριστικές ομάδες ενός αντιγόνου
Οι δραστικές ομάδες στη επιφάνεια του μορίου των αντιγόνων οι οποίες είναι υπεύθυνες για τη διέγερση του ανοσολογικού συστήματος ονομάζονται καθοριστικές ομάδες ή επίτοκοι.
Κάθε μεγαλομοριακή αντιγονική ουσία αποτελείται από ενότητες μορίων αμινοξέων (πρωτεΐνες) ή σακχάρων (πολυσακχαρίτες), που συνιστούν τις καθοριστικές της ομάδες. Με τη διέγερση ο οργανισμός μπορεί να παράγει αντισώματα, ουσίες δηλαδή που στρέφονται εναντίον του αντιγόνου και αντιδρούν με αυτό.
Τα αντισώματα που παράγει ο οργανισμός είναι ειδικά για κάθε καθοριστική ομάδα. Όταν ένα αντιγόνο αποτελείται από 5 καθοριστικές ομάδες α, β, γ, δ, ε που επαναλαμβάνονται και αποτελούν το μόριο μιας ουσίας, ο οργανισμός παράγει αντισώματα. Τα αντισώματα π.χ. της καθοριστική ομάδας α αντιδρούν μόνο με αυτή και όχι με τις άλλες καθοριστικές ομάδες. Το ίδιο συμβαίνει και με τα αντισώματα των άλλων 4 καθοριστικών ομάδων.
Κάθε καθοριστική ομάδα μπορεί να συνδέεται με διαφορετικό αντίσωμα, όπως κάθε διαφορετική κλειδαριά ανοίγει με διαφορετικό κλειδί. Αυτό είναι ο λόγος που τα αντιγόνα χαρακτηρίζονται σαν πολυσθενή ή πολυδύναμα γιατί έχουν τη δυνατότητα να συνδεθούν με διαφορετικά αντισώματα. Με τον όρο σθένος ή ισχύς του αντιγόνου θα εννοούμε τον αριθμό των διαφορετικών καθοριστικών ομάδων που διαθέτει.
Οι καθοριστικές ομάδες βρίσκονται πάνω στην επιφάνεια του
μορίου του αντιγόνου, υπάρχουν και επίτοκοι που βρίσκονται στο εσωτερικό του
μορίου και συνήθως μοιάζει σαν μπάλα από νήματα που διπλώνονται και τυλίγονται
σαν κουβαρίστρα. Αυτοί οι εσωτερικοί επίτοκοι απελευθερώνονται και γίνονται
δραστικοί όταν ο οργανισμός διασπάσει το μόριο του αντιγόνου σε κομμάτια.
Τα αντιγόνα διακρίνονται
Ανοσογόνα ή σε πλήρη ή τέλεια αντιγόνα κ΄ σε Απτίνες ή ατελή αντιγόνα
-Μεγαλομοριακές
ουσίες που - Μικρά μόρια με αντιγονικές που
μπορούν να
προκαλέσουν από δεν μπορούν
από μόνα τους να
μόνες
τους ανοσολογική αντί- προκαλέσουν ανοσολογική
δραση στον οργανισμό. αντίδραση.
-Ανοσογόνα είναι οι πρωτεΐνες - Δεν είναι ανοσογόνα
και οι πολυσακχαρίτες - Για να προκαλέσουν
ανοσολογική απόκριση πρέπει
να βρίσκονται συνδεδεμένα με
άλλα μεγαλύτερα μόρια φορείς . π.χ. πρωτεΐνες . -Μπορούν όμως να ενωθούν με τα αντισώματα ή τους υποδοχείς των λεμφοκυττάρων όταν αυτάέχουν ήδη δημιουργηθεί.
Απτίνες ή ατελή :είναι ουσίες μικρού μοριακού βάρους π.χ. μέταλλα, χρωστικές και φάρμακα ή μεγαλομοριακές ουσίες όπως νουκλεϊνικά οξέα και λιπίδια που δεν έχουν αντιγονική ικανότητα. Αυτές μετατρέπονται σε πλήρη αντιγόνα εάν ενωθούν με μόριο φορέα κυρίως με πρωτεΐνη.
Ο όρος ανοσογόνο εμπεριέχεται στην πλατύτερη έννοια του αντιγόνου και χαρακτηρίζει την ικανότητα εκείνη που έχει κάθε ουσία που εισερχόμενη στον οργανισμό προκαλεί παραγωγή ειδικών έναντι αυτής αντισωμάτων και κυτταρολυτικών Τ- λεμφοκυττάρων, επάγει δηλ. χυμική ή κυτταρική ανοσολογική απάντηση.
Ο όρος αντιγόνο δεν είναι συνώνυμος με τον όρο ανοσογόνο. Υπάρχουν αντιγόνα που δεν προκαλούν ανοσολογική αντίδραση.
ΠΑΡΑΔΕΊΓΜΑΤΑ ΑΝΤΙΓΟΝΩΝ
. ΠΛΗΡΗ ΑΝΤΙΓΟΝΑ ΑΠΤΙΝΕΣ
. Ινσουλίνη . Γαστρίνη
Πενικιλλίνη Ασπιρίνη
Στον
πίνακα υπάρχουν παραδείγματα ουσιών που μπορούν να δράσουν στον οργανισμό σαν
πλήρη αντιγόνα ή σαν απτίνες.
ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ( Αb ) ή
ανοσοσφαιρίνες (Ig )
Αντισώματα
Όπως κάθε κλειδί ανοίγει μία συγκεκριμένη κλειδαριά, έτσι και κάθε αντίσωμα συνδέεται εκλεκτικά με το συγκεκριμένο αντιγόνο που προκάλεσε την παραγωγή του. Το μόριο του αντισώματος αποτελείται από τέσσερις πολυπεπτιδικές αλυσίδες, δύο μεγάλες και δύο μικρές. Οι μεγάλες πολυπεπτιδικές αλυσίδες ονομάζονται βαριές και οι μικρές ελαφριές. Οι αλυσίδες αυτές συνδέονται μεταξύ τους με ομοιοπολικούς δεσμούς και σχηματίζουν μια δομή που μοιάζει με σφεντόνα ή με το γράμμα Υ. Η περιοχή του μορίου του αντισώματος που συνδέεται με το αντιγόνο ονομάζεται μεταβλητή περιοχή. Η μεταβλητή περιοχή, ανάλογα με το σχήμα της, που οφείλεται στην αλληλουχία των αμινοξέων της, καθιστά ικανό το αντίσωμα να συνδέεται με ένα συγκεκριμένο αντιγόνο. Αντίθετα, το υπόλοιπο τμήμα του είναι ίδιο σε όλα τα αντισώματα και αποτελεί τη σταθερή περιοχή του αντισώματος.
Η σύνδεση αντιγόνου - αντισώματος έχει ως αποτέλεσμα:
- την εξουδετέρωση του μικροοργανισμού,
- την αδρανοποίηση των παραγόμενων τοξινών,
- την αναγνώριση του μικροοργανισμού από τα μακροφάγα με σκοπό την ολοκληρωτική του καταστροφή.
Προσθέστε υπότιτλο εδώ

Εδώ ξεκινά το κείμενό σας. Κάντε κλικ και αρχίστε να πληκτρολογείτε. Υσυ ατ φερρι πυτανθ ιυς θε νυμκυαμ σορρυμπιθ θε πρω δωλορε μελιορε ασυσαμ συμ ετ ιυφαρεθ ρεσυσαβο ραθιονιβυς θε παυλω λεγενδως σωνσεπθαμ ναμ ναθυμ αλιενυμ.
Ενιμ ετιαμ ωφφενδιθ ει εαμ πορρω δισερε ερυδιθι δολορες σενσιβυς πρι αν σιθ πυρθο ελιγενδι ατ κυο εξ μαγνα πλαθονεμ ιυσθο σωνσεθεθυρ νε ιυς περ πυρθο σωνφενιρε ιρασυνδια.